Ο όρος ‘’οντική δυνητικότητα’’ παραπέμπει στην αριστοτελική μεταφυσική και συγκεκριμένα στον γενετικό δεσμό μεταξύ ‘’δυνάμει’’ και ‘’ενέργεια’’ όντος. Δύο χιλιάδες χρόνια μετά τον Αριστοτέλη, η σκέψη του Χέγκελ, αναφορικά με τη διαλεκτική σχέση δυνατότητας-πραγματικότητας είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική στο παρακάτω σημείο: « Ό,τι είναι πραγματικό μπορεί να ενεργεί, ένα Πράγμα εκδηλώνει την πραγματικότητά του μέσω αυτού το οποίο παράγει. Το Είναι του που βρίσκεται σε σχέση με το άλλο είναι η εκδήλωση του εαυτού του. Όταν όλες οι συνθήκες ενός Πράγματος είναι στο ακέραιο παρούσες, τότε αυτό εισδύει στην Πραγματικότητα, η πληρότητα των συνθηκών είναι η ολότητα ως τέτοια που επηρεάζει το περιιεχόμενο, και το Πράγμα το ίδιο είναι τούτο το περιεχόμενο που έχει το χαρακτηριστικό να είναι εξίσου ένα πραγματικό όσο και δυνατόν».

 Ο πολυδύναμος και πολυμορφικός μετασχηματισμός της Χεγκελιανής δυάδας “δυνητικότητα- πραγματικότητα” ή του κλασικού Αριστοτελικού ζεύγους “δυνάμει-ενεργεία” “είναι” Αυτό (ενιαίο και διαφορικό σύνολο) που συγκροτείται -και συγκροτεί – από τις πολλαπλές χωροχρονικές μεταμορφώσεις των σχέσεων που το “δομούν” και αυτό για να μπορεί να “συμβαίνει” ο ενιαίος και πολυδύναμος μετασχηματισμός της δυάδας “δυνητικότητα-πραγματικότητα”, ή “δυνάμει-ενεργεία”.  Μ’ αυτήν την έννοια το Αυτό συνιστά Οντότητα και ταυτοχρόνως Ενιαία και Διαφορική Ολότητα σχέσεων. Ως Οντότητα συγκροτείται από το σύνολο των δυνάμει και των ενεργεία ιδιοτήτων του. Ως Ολότητα συνίσταται από το σύνολο των δυνάμει και ενεργεία σχέσεων. Τόσο η Οντότητα όσο και η Ολότητα όσο και η σχέση τους αποτελούν συναρτησιακές κατηγορίες, δομούνται από τη λογική της συμπληρωματικότητας ή αλλιώς της μη ταυτολογικής ταυτότητας. Το Αυτό (Δομή της Διαφοράς [Οντότητα=Εν, Ολότητα=Πολλαπλό]) συνιστά ένα κατηγόρημα που δεν μπορεί να κατηγοριοποιηθεί με τον ”εαυτό του” και ως εκ τούτου δεν σχηματίζει μια Ολότητα. Αντίθετα, το Αυτό “είναι” το Σύνολο όλων των συνόλων ανοικτό στην απεριόριστη σπείρα της Α-χρονικότητας του Χρόνου.

Ό,τι ως δυνάμει εισέρχεται στη σφαίρα της ενεργεία ύπαρξης, υπό δεδομένες συνθήκες, είναι με τη σειρά του δυνάμει υπό διαφοροποιημένες συνθήκες. Δυνάμει και Ενεργεία ύπαρξη αλληλοδιαμορφώνονται και αλληλομεταβάλλονται, σε οντολογικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τη παθητική μεταφυσική της πρόσληψης του όντος και μεταβαίνουμε στη μεταφυσική της διερεύνησης του γίγνεσθαι ως τρόπου ύπαρξης του όντος. Από το άχρονο, αναλλοίωτο, αυτόνομο και δομημένο Είναι της παραδοσιακής μεταφυσικής φιλοσοφίας που διέπεται από εγγενή αναγκαιότητα και που το αναπαριστούν έλλογα υποκείμενα-παρατηρητές, περισσότερο ή λιγότερο ισομορφικά στο νου τους, μεταβαίνουμε σε έναν Κόσμο, ως άνοιγμα δυνητικά απεριόριστων δυνατοτήτων, ο οποίος συν-διαμορφώνεται σε σχέση με τη σκέψη και τη συνείδηση. Από η μεταφυσική ιδέα μιας καθολικής φυσικής αιτιοκρατίας, όπου δεν υπάρχει καμία ρωγμή, καμία ρήξη της ντετερμινιστικής συνέχειας, δηλαδή όλα στο σύμπαν υπακούουν σε αυστηρούς νόμους και σε αναλογίες μεταξύ αιτιών και αποτελεσμάτων, δηλαδή όλο το σύμπαν ως μια απέραντη ταυτολογία, μεταβαίνουμε σε μια στοχαστική θεώρηση του Κόσμου. Και λέμε στοχαστική και πιθανοκρατική θεώρηση του Κόσμου γιατί αναδύεται μια ερμηνεία από τη σύγχρονη φυσική και την κοσμολογία που δρομολογεί μια μέση οδό μεταξύ δύο αλλοτριωτικών παραστάσεων. Ενός ντετερμιινιστικού κόσμου, χωρίς δημιουργικότητα και ενός κόσμου αυθαίρετου, που είναι έρμαιο της τύχης. Διανοίγεται πλέον ένα μονοπάτι ανάμεσα στους σιδερένιους νόμους και τα αυθαίρετα συμβάντα, ανάμεσα στο προβλέψιμο και ελέγξιμο  αφ΄ενός και του απρόβλεπτου και μη ελέγξιμου, αφ΄ετέρου. Το μονοπάτι αυτό διερευνά και περιγράφει τόσο το μικροσκοπικό όσο και το μακροσκοπικό πεδίο ως δυνατότητες, χωρίς να τις αναγάγει σε αναπόφευκτες, προβλέψιμες συνέπειες ντετερμινιστικών νόμων. Αναγνωρίζεται ότι ο κόσμος ‘’ξεγλιστρά από τα βρόχια του επιστημονικού διχτιού’’, όπως σημείωνε ο Whitehead.

Με άλλα λόγια, πιο οντολογικά, θεωρούμε τον Κόσμο ως χάος, ως άβυσσο, ως απύθμενο βάραθρο, αλλά ταυτόχρονα και δημιουργία, μια δύναμη και ενέργεια μορφοποίησης που δεν είναι απόλυτα ανερμάτιστη, ούτε και απόλυτα προκαθορισμένη, (σε αντίθεση με την καντιανή γνωσιοθεωρία των a priori δεδομένων) και η οποία επιθέτει ένα κόσμο στο χάος, δηλαδή ένα σύνολο που είναι κατά το μάλλον ή ήττον οργανωμένο και κανονισμένο. Μέ άλλα λόγια ο Κόσμος «είναι» άβυσσος, χάος και απύθμενος που ενέχει τη δυνατότητα της μορφοποίησης και της δόμησης και ο Κόσμος που διαμορφώνεται ενέχει την άβυσσο, το χάος, που τον ενέχει. Χάος είναι ο Κόσμος, διότι είναι δημιουργία μορφών εκ του μηδενός, αλλά ακριβώς για τον ίδιο λόγο ο Κόσμος είναι οργάνωση πολλαπλών μορφών, ολότητα πολλλαπλών σχέσεων που η ίδια η ολότητα είναι κατά το μάλλον ή ήττον ολότητα οργανωμένη. Άρα η άβυσσος του χάους είναι απύθμενη και ανεξάντλητη αλλά ταυτόχρονα είναι και δυνατότητα δημιουργίας και μορφοποίησης, δηλαδή είναι οργανώσιμη σε κάποιο βαθμό. Το ξετύλιγμα του αβυσσαλέου χάους δημιουργεί Κόσμο και αυτό το ξετύλιγμα είναι ο Χρόνος, ο Χρόνος ξετυλίγει τη σχέση της αβύσσου και του Κόσμου και μεταμορφώνει και τα δύο οντολογικά πεδία που τον μεταμορφώνουν. Με βάση τα παραπάνω, Κόσμος και άβυσσος, Τάξη και Χάος, ριζική απροσδιοριστία και Μορφή, συνυπάρχουν, συνδιαμορφώνονται και συν-παράγονται. Ο άνθρωπος στην ατομική ή στη συλλογική του έννοια μετέχει στον Κόσμο και την Άβυσσο, είναι και ο ίδιος άβυσσος, χάος και κόσμος και αυτό γιατί είναι ον της φαντασίας και του φαντασιακού, ατομικής φαντασίας, συλλογικού και κοινωνικού φαντασιακού, είναι.ο ίδιος φορέας της; Κοσμικής δύναμης δημιουργίας και μορφοποίησης.   Ο Άνθρωπος ενσαρκώνει την ιδέα της αντίφασης και της παραδοξότητας, «κατοικεί» τόσο στην άβυσσο όσο και στον Κόσμο, είναι τοπο-θετημένος χωροχρονικά στην πεπερασμένη συνθήκη ζωής του, αλλά και απειρίζεται στην απεριόριστη και απέραντη εξορία του αβυσσαλέου χάους. Αυτή η δύναμη δημιουργίας και μόρφωσης που διέπει τον άνθρωπο, ως αναπόσπαστο στοιχείο της Ολότητας του Κόσμου, είναι το ποιητικό στοιχείο στον άνθρωπο, ποιητικό στοιχείο του οποίου και ο ίδιος ο  Λόγος είναι ένα κλαδί. Ο Λόγος ο ίδιος είναι ποιητικό δημιούργημα της ψυχής,  εκδήλωση της κοσμικής ποιητικότητας που δεν έχει Λόγο να είναι.